20.4.06

Βράδυ, γύρω στις 10:00

Εννοείται πως δεν έχω ετοιμάσει τίποτα! Ρούχα, βιβλία, σημειώσεις, λαπτόπια και τα συναφή, που χρειάζομαι να πάρω μαζί μου. Και εννοείται πως όλα θα γινόντουσαν τελευταία στιγμή, και στο παραπέντε θα έσκαγε το τηλεφώμημα_μπιφτέκωμα από έναν παπάρα διευθυντή. Κάτι επείγον προέκυψε και μάλιστα τελευταία στιγμή (όλα τα επείγοντα τη τελευταία στιγμή σκάνε), το οποίο πρέπει "να επιληφθώ, γιατί ξέρω εγώ από τέτοια", να τηλεφωνίσω στον τάδε παπαρούμπα συνεργάτη μας από τοε ξωτερικό να μου δώσει πληροφορίες, κι αν δε τον βρω να του στείλώ mail, κι αν δεν ξέρει να μου πει, τουλάχιστον να ενημερώσει για το ποιος μπορεί να μας πληροφορήσει "γιατί είναι urgent, ξέρεις τώρα"... κλπ, κλπ, κλπ... μπιφτέκωμα, φυστίκωμα, χώσιμο, ένα μπαλάκι που έχει διαστάσεις καρπουζιού...

Στη 1:58μμ μου τηλεφώνησε. Θα έβαζα συναγερμό και θα έφευγα από το γραφείο στις 2:οομμ, ενώ θα έπρεπε να είχα φύγει νωρίτερα. Και θα έπρεπε να μην είχα απαντήσει στο γαμίδι το κινητό.

"Αλλά μόνο εγώ ξέρω τα κατάλληλα άτομα και τους συνεργάτες στο εξωτερικό, και βρίσκω τη λύση τη τελευταία στιγμή, όταν όλοι λείπουν, την έχουν κάνει από την εταιρεία, δεν απαντούν στα εταιρικά τους κινητά και κλπ κλπ κλπ...".

Αποτέλεσμα ήταν να φύγω από το γραφείο στις 4:30μμ, να φάω μια κίνηση ΝΑ ΜΕ ΤΟ ΣΥΜΠΑΘΕΙΟ, να μη προλάβω να αγοράσω τα τσουρέκια και τα γλυκά για τα γονίδια, να μου γυρίσει η βίδα και να γαμωσταυρίζω για τις κωλογιορτές και τη μαζική έξοδο των "πρωτευουσιάνων".

Γύρισα σπίτι, στάθηκα ένα λεπτό όρθια στην είσοδο με τα κλειδιά στο χέρι και τον χαρτοφύλακα, κι έσκασα στα γέλια. Ναι, έσκασα στα γέλια και άδειασα. Μετά, θυμήθηκα τον διάλογο με τον διευθυντή και γέλασα πιο δύνατα:

ΔΙΕυθυνΤής: -Ε, μμμ,,, θα φύγεις για το Πάσχα;
εΓώ: - Ναι.
ΔΙΕυθυνΤης: - Α,΄ωραία. Και πότε θα φύγεις;
εΓώ: - Αύριο πρωί, ξημερώματα.
ΔΙΕυθυνΤής: - Α, ωραία. ΄Θα γλιτώσεις και τη κίνηση.
εΓώ: - Ναι. (Τί ναι; απλά γουστάρω να οδηγώ βράδυ, να μυρίζω τη νύχτα λίγο πριν πάει κι αυτή για ύπνο και να μυρίσω τη πρωϊνή υγρασία της επαρχίας. Αλλά γιατί να σου τα πω αυτά, σάμπως και θα καταλάβεις; Δε γαμιέται... για να γλιτώσω τη κίνηση...)
ΔΙΕυθυνΤης: - Α, μάλιστα (που κολλάει το μάλιστα;)... Και πότε γυρίζεις στο γραφείο;
εγώ: Στις 2 Μαίου.
ΔΙΕυθυνΤής: - ΣΤΙΣ 2 ΜΑΪΟΥ;! (νομίζω πως τσίριξε σα γυναικούλα)
εΓω: - Ναι.
ΔΙΕυθυνΤης: -Γιατί στις 2 Μαίου;;; Γιατί τόσο αργά;
εΓω: - Διότι πήρα 4 μέρες άδεια.
ΔΙΕυθυνΤής: Και θα γυρίσεις στις 2 Μαϊού;;;
εΓω: - Ναι. (&^%$#@!)
ΔΙΕυθυνΤής: - Α... μα καλά, πως;
εΓΩ: - Αν δείτε το ημερολόγιο, με τις 4 μέρες άδειας την ερχόμενη εβδομάδα, τα Σαββατοκύριακα, και τις αργίες, συμπεριλαμβανομένης της Πρωτομαγιάς... επιστρέφω στις 2 Μαίου στην εταιρεία.
ΔΙΕυθυνΤής: - Βεβαίως, βεβαίως... Ναι...

Χμ... νομίζω πως εκεί που θα πάω, δεν έχει σήμα το κινητό. Δε ξέρω αν ο ισπανός θα απαντήσει στο mail που του έστειλα, γιατί εκεί που θα πάω δεν έχει πρόσβαση στο net. Και να σου πω κάτι ρε ΔΙΕυθυνΤή; I don't give a fuck, αν θα απαντήσει. Μέχρι τις 2 Μαϊου δε δουλεύω. Κι αν είναι τόσο επείγον, διευθέτησέ το μόνος σου. Α! Και την Τρίτη, 2 Μαϊου δε θα το θυμάμαι καν... Θα έχω γίνει διευθυντής κι εγώ μέχρι τότε. Γιατί στην Ελλάδα, είσαι ό,τι δηλώσει...

Δε ξέρω, πάντως, αν θέλω να λείπω τόσες μέρες από τη Βρωμό Αθήνα μου... Βίτσιο κι αυτό, να μη μπορώ μακρυά της...

Θ.

Ανάκατες σκέψεις, μπερδεμένες, κεφάλια, κύμματα,
αίμα...
μην φοβηθείς να γεννήσεις τους στίχους που σε πονάνε, μου είχες πει.

ΕΓΩ ΘΑ ΣΤΕΚΟΜΑΙ ΣΤΗ ΜΟΝΑΞΙΑ ΣΟΥ ΝΑ ΒΑΦΤΙΖΩ ΣΤΙΧΟΥΣ ΤΟΥΣ ΠΟΝΟΚΕΦΑΛΟΥΣ + ΤΙΣ ΣΤΙΓΜΕΣ ΑΥΤΕΣ ΩΡΕΣ ΙΕΡΗΣ ΓΕΝΝΑΣ...

17.4.06

ΠΟΡΤΟΚΑΛΙ ΜΠΟΓΙΑ



Ποτέ δε μου άρεσε αυτό το χρώμα,
μέχρι που είδα μια μέρα κάποιον να έχει γεμίσει τη μαύρη του μπλούζα με πιτσιλιές από πορτοκαλί μπογιά...
ένιωσα μια γαλήνη...

- Αντώνη, έχεις πορτοκαλί μπογιά στη μπλούζα σου!

2.4.06

Μέσα από τους καπνούς
του τσιγάρου
είδα πάλι τη κοπέλα με τα μακρυά μαλλιά
να τρέχει & να γελά
Μόνο για λίγο
Νόμισα πως ξαναβρήκα
τη ζωή
Πως είδα στα χέρια μου
όλα τα χαμένα
Μετά σκιές
Πίσω στο σκοτάδι
της μάχης του κάθε_μέρα
Και ήταν μόλις Σάββατο ρε γαμώ το................

ΧΩΡΙΣ ΤΙΤΛΟ

Γιατί δε χρειάζομαι τίτλους στη ζωή μου. Μάλλον, επειδή τους βαρέθηκα. Βαρέθηκα να τους ακούω, να τους διαβάζω, να τους ακολουθώ και να μου προσδιορίζουν τα βήματα της πορείας μου.

Ναι, μ'ενοχλούν οι τίτλοι. Και μπορεί να μην έχω τη δυνατότητα, ακόμη, να προσδιορίσω τους ακριβείς λόγους που μ' ενοχλούν, απλά δε τους μπορώ. Ξέρω, όμως, πως δεν έχει να κάνει με την αντίδραση. Δεν είναι αντίδραση στο κατεστημένο, στο σύστημα, και σε όλες αυτές τις παπαρολογίες που όλοι μας έχουμε χρησιμοποιήσει για να στηρίξουμε το επαναστατικό μας πνεύμα. Όλοι αυτοί οι χαρακτηρισμοί-τίτλοι που έχουμε χρησιμοποιήσει, ακόμη και εκφράσεις (βλ. fuck the system), πλέον μου προκαλούν αδιαφορία έως και κι ένα ξενέρωτο αίσθημα δυσφορίας.

Αυτό το δήθεν, ρε αδερφέ, μου τη δίνει πια. Βέβαια, είναι καιρός τώρα που μου βγαίνει αδιαφορία για όλα εκείνα τα κραυγαλαία και πομπώδη_δήθεν_επαναστατικά. Συνάμα, έχω αρχίσει και σνομπάρει εμφανώς αυτούς τους δήθεν_κάτι_έχω_να_σας_πω_για_τη_ζωή_μου και για τους τίτλους που κουβαλάνε μαζί τους, όπου κι αν πάνε.

Πως καταντήσαμε έτσι, ρε συ...

Κρίμα, πάντως, που έχω φτάσει να κουράζω ανθρώπου γύρω μου με την όλη μου γκρίνια. Κρίμα που δεν ακούγεται πια τρανταχτά το γέλιο μου.

Πάντως, εχθές, το χάρηκα πολύ όταν βγήκα από το κτίριο στον πρώην ανατολικό αεροδρόμιο του ελληνικού. Βγήκα και είδα τις τελευταίες στιγμές του ηλιοβασιλέματος. Είδα έναν άνθρωπο δίπλα μου, που χαμογέλεσε μόλις το αντίκρυσε.

Τι νομίζεις πως ζητάμε, ρε;
Μικρά πράγματα, που τα έχουμε τσάμπα μπροστά μας, αλλά δε τα χαιρόσματε.

Μάλλον, επειδή δεν ανήκουν στους τίτλους.
Στους γαμω-τίτλους.

Μαλάκες, απλώς.

Πολλά είπα πάλι...